- ἐπιβούλευμα
- ἐπιβούλευμαplotneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιβούλευμα — ἐπιβούλευμα, το (Α) [επιβουλεύω] επιβουλή, σκευωρία … Dictionary of Greek
ἐπιβουλευμάτων — ἐπιβούλευμα plot neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιβουλεύμασι — ἐπιβούλευμα plot neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιβουλεύμασιν — ἐπιβούλευμα plot neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιβουλεύματα — ἐπιβούλευμα plot neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιβουλεύματι — ἐπιβούλευμα plot neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιβουλεύματος — ἐπιβούλευμα plot neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)